- Καλλίαρος
- Καλλίαροςfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Καλλίαρος — Αρχαία πόλη των Οπουντίων Λοκρών, κοντά στο σημερινό Κυπαρίσσι. Αναφέρεται από τον Όμηρο και τον Στράβωνα ο οποίος ετυμολογεί την ονομασία της ως «καλή αρόσιμη γη» … Dictionary of Greek
Καλλιάρου — Καλλίαρος fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καλλίαρον — Καλλίαρος fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Calliarvs — CALLIARVS, i, Gr. Καλλίαρος, ου, des Odödocus und der Laonome Sohn, von welchem die Stadt Kalliarus in Phocis den Namen hatte. Eustath. ad Hom. Il. Β. v. 531 … Gründliches mythologisches Lexikon